Τα σύνορα για άλλους είναι γραμμές στο χάρτη, όμως για τον Τάσο είναι ο τόπος που του δίδαξε πώς
να επιβιώνει. Ο κόσμος του ένας κόσμος λαθραίος. Λαθραία χρήματα, λαθραία πρόσωπα, λαθραίες αγάπες.
Ένας χρεωμένος φόνος που δεν έγινε και πολλοί άλλοι που έγιναν αλλά δε χρεώθηκαν. Μια διαδρομή από
τη μήτρα της μάνας προς την ατομική καταξίωση, με ενδιάμεσες στάσεις το αναμορφωτήριο, τα ναρκωτικά, τα όπλα, τη φυλακή, τα μυστικά αλλά και την οικογένεια, την πατρότητα και το φιλότιμο.
Μια ζωή γεμάτη ραντεβού θανάτου, ανάμεσα σε Ελλάδα, Τουρκία, Βουλγαρία, Ιταλία και Αμερική.
Όλα αυτά τα φαντάζεσαι αλλά δεν παίρνεις όρκο. Τα έχεις ακούσει αλλά δεν τα πιστεύεις. Ίσως τα έχεις
δει αλλά δεν θέλεις να τα θυμάσαι. Νιώθεις ενοχές και μόνο που τα ξέρεις. Είναι περισσότερο θέματα ταμπού παρά ομερτά.
Είναι θέματα που ο Γιώργος Πολυχρονίδης αγγίζει για μας, επειδή τα δικά μας χέρια είναι πολύ ντελικάτα,
για να ανακατευτούν με αυτό που νομίζουμε λάσπη. Ο συγγραφέας όμως δε βλέπει λάσπη. Βλέπει πηλό. Πηλό που σμιλεύει ψυχές και χαρακτήρες, που σκληραίνει στο κρύο και λιώνει στους έρωτες.
Όταν τελειώσετε τις γραμμές, θα έχετε περάσει από τον παράδεισο στην κόλαση και πάλι πίσω. Δε θα κουραστείτε όμως από την απόσταση. Και τα δυο βρίσκονται εδώ…
Πέτρος Πολυχρονίδης
Δημοσιογράφος, Παρουσιαστής
Στα μυθιστορήματα που έγραψα μέχρι τώρα, το «Κόκκινο φεγγάρι πάνω απ’ το ποτάμι» και τις «Κατάρες», ξεκινάω πάντα από ένα κομμάτι γης στα σύνορα με την Τουρκία. Εκεί είναι και το χωριό που γεννήθηκα μια κρύα νύχτα του Μάρτη, το 1956, η Νέα Βύσσα.
Κι αυτό, το τρίτο μου βιβλίο, πάλι από κει ξεκινάει, άλλωστε με βόλευε γι’ αυτή την ιστορία, κι είναι μονοπάτια που, όσο επικίνδυνα κι αν είναι, νιώθω όμορφα που τα περπατάω, αν και περπάτησα και σε άλλους δρόμους, όπως του θεάτρου, του κινηματογράφου.
Για τα μυθιστορήματά μου δεν πήρα κανένα βραβείο ούτε και συμμετείχα σε κάποιο διαγωνισμό, πήρα όμως βραβείο για το θεατρικό έργο: «1821 – Μια βόλτα στον αγώνα». Και μια που έγραψα για το ’21 τώρα γράφω, πάλι θεατρικό, για το 1922.
Πριν απ’ τα μυθιστορήματα και τα θεατρικά είχα γράψει το βιβλίο: «Ο Κώστας, εγώ, κι ο Ταχτσής», που ξεκίνησε ως ντοκουμέντο με αυτοβιογραφικά στοιχεία, αλλά, μια που είμαι λιγάκι παραμυθάς, πρόσθεσα και αρκετή μυθοπλασία.
Αυτό το πρώτο μου γραφτό, που ήταν η αφορμή να ασχοληθώ με τη συγγραφή να, πώς προέκυψε: Το 1974 με το Κυπριακό και την αναδουλειά στο χώρο των συνεργείων που δούλευα, αναγκάστηκα να σταματήσω, οπότε ασχολήθηκα με ό,τι έβρισκα, ακόμη και ως κομπάρσος έπαιξα σε τηλ. παραγωγές.
Πριν πάω όμως φαντάρος, γνώρισα τον συγγραφέα Κώστα Ταχτσή κι αυτή η γνωριμία μού άλλαξε τη ζωή. Με παρότρυνσή του, αντί να πάω στο στρατό πήγα στη σχολή Δοξιάδη στο τμήμα διακόσμησης.
Απ’ αυτή τη γνωριμία, με τον Ταχτσή, που συνεχίστηκε μέχρι που έφυγε από τον μάταιο τούτο κόσμο, μου είχαν μείνει αρκετές ιστορίες, ανέκδοτα γραφτά, κάποιες επιστολές. Ψάξε-ψάξε βγήκε το πρώτο μου βιβλίο, το οποίο θα ξαναβγάλω με περισσότερα στοιχεία.
Βλέπετε, πάντα ελπίζω και κάνω σχέδια…
Γιώργος Πολυχρονίδης
Εκδόσεις Φίλντισι